Η πανδημία του COVID-19 αποτελεί μια σημαντική πρόκληση, με συνέπειες για την υγεία των πολιτών, το σύστημα υγείας αλλά και την οικονομία της χώρας. Οι τελευταίοι μήνες ήταν πολύ δύσκολοι για τις περισσότερες επιχειρήσεις της χώρας και οι αναλυτές μας προετοιμάζουν για έναν ακόμη πιο δύσκολο χειμώνα. Τι πρέπει να κάνει, λοιπόν, ο επιχειρηματίας για να επιβιώσει; Το πρωταρχικό είναι να μην ενδώσει στον πανικό και την παραπληροφόρηση. Όπως σε κάθε περίοδο κρίσης, οι αλλαγές στην αγορά δημιουργούν πολλούς κινδύνους, αλλά μπορούν, επίσης, να δημιουργήσουν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες και να ωθήσουν επιχειρήσεις προς την καινοτομία. Το ζητούμενο είναι να υπάρξει μία ψύχραιμη διάγνωση των αλλαγών που συντελούνται στον εκάστοτε επιχειρηματικό κλάδο, αλλά και της κατάστασης που επικρατεί στην εκάστοτε επιχείρηση.
Η λήψη κάθε επιχειρηματικής απόφασης, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, πρέπει να ακολουθεί μια δομημένη διαδικασία σκέψης:
- Πρώτον, είναι απαραίτητο να καταγράψουμε τα δεδομένα μας.
- Δεύτερον, πρέπει να θέσουμε το βραχυπρόθεσμο, το μεσοπρόθεσμο και το μακροπρόθεσμο στόχο μας.
- Τρίτον, οφείλουμε να αναλύσουμε το κόστος και τα προβλεπόμενα οφέλη μιας απόφασης.
- Τέλος, καλούμαστε να συνυπολογίσουμε όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την εμπειρία και το ένστικτό μας, ώστε να πάρουμε την επιχειρηματική απόφαση, αναλαμβάνοντας το ρίσκο.
Ποια είναι τα δεδομένα;
Ως προς το περιβάλλον της αγοράς, τα συνεχώς μεταβαλλόμενα μέτρα περιορισμού της εξάπλωσης του Covid δεν επιτρέπουν καμία πρόβλεψη σε βραχυπρόθεσμο και – ενδεχομένως – μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Κατά τα φαινόμενα, τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη του 2021 αυτό δεν θα αλλάξει. Το γεγονός, λοιπόν, ότι κινούμαστε σε αχαρτογράφητα νερά και κάθε απόφασή μας έχει πολύ υψηλό βαθμό ρίσκου είναι το πρώτο μας δεδομένο.
Μακροπρόθεσμα, είναι δυνατόν να κάνουμε μια πρόβλεψη με αρκετή ασφάλεια: η ανάγκη που σήμερα αυξάνει κατακόρυφα τα μερίδια της ψηφιακής αγοράς, είναι σίγουρο ότι αλλάζει την καταναλωτική συμπεριφορά κάποιων και δημιουργεί νέα κανάλια πώλησης για τις επιχειρήσεις. Η αύξηση των ψηφιακών πωλήσεων, σε κάποιο ποσοστό της, ήρθε για να μείνει. Αυτό, με αρκετή σιγουριά, μπορούμε να το θεωρήσουμε ως το δεύτερο δεδομένο μας.
Το τρίτο δεδομένο είναι ότι η δημιουργία ψηφιακών καναλιών για μια επιχείρηση απαιτεί μελέτη, χρόνο και κεφάλαιο. Είναι πλάνη να πιστεύουμε ότι θα δημιουργήσουμε χωρίς προεργασία μια φθηνή ιστοσελίδα και θα έχουμε αποτελέσματα χωρίς να τη στηρίξουμε με το ανάλογο μάρκετινγκ.
Για να ολοκληρώσουμε, όμως, την καταγραφή της σημερινής κατάστασης, δεν είναι δυνατόν να μην αναλύσουμε και τα δεδομένα της επιχείρησής μας. Μεταξύ άλλων, πρέπει να απαντήσουμε συγκεκριμένα στα εξής ερωτήματα:
- Αν πάρουμε ως βάση το χειρότερο ενδεχόμενο από πλευράς μέτρων, τότε για πόσο χρονικό διάστημα αρκεί η σημερινή μας ρευστότητα;
- Η αγορά στην οποία δραστηριοποιούμαστε, πόσο εφικτό είναι να λειτουργήσει ψηφιακά;
- Αν επενδύσουμε άμεσα στον ψηφιακό μετασχηματισμό μας, για πόσο διάστημα μπορούμε να λειτουργήσουμε ζημιογόνα;
Ποιος είναι ο στόχος μας;
Από τους πληττόμενους κλάδους, κάποιες επιχειρήσεις παλεύουν σήμερα για την επιβίωσή τους. Άλλες προσπαθούν να αξιοποιήσουν μια προσωρινή ευκαιρία και να αντλήσουν ένα σημαντικό κέρδος σήμερα, χωρίς να εξετάζουν ιδιαίτερα το αύριο. Τέλος, υπάρχουν και κάποιες που αντιλαμβάνονται την αναπόφευκτη μεταστροφή της αγοράς προς ψηφιακά κανάλια και αποφασίζουν να επενδύσουν σήμερα, ώστε να επωφεληθούν στο μέλλον. Ο προσδιορισμός του στόχου, σχετίζεται άμεσα με τον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιείται η κάθε επιχείρηση, με τη ρευστότητά της και με το ταπεραμέντο του ίδιου του επιχειρηματία.
Πόσο κοστίζει η δημιουργία ψηφιακών καναλιών για μια επιχείρηση και ποια είναι τα προσδοκόμενα οφέλη;
Η προσπάθεια δημιουργίας ψηφιακού καναλιού πωλήσεων, χωρίς να έχει προηγηθεί η ανάλογη μελέτη, είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Όσο πιο εκτενής είναι η μελέτη, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες επιτυχίας. Μόνο η έρευνα αγοράς μπορεί να μας πει τον τρόπο, το κόστος και τη στρατηγική με την οποία μπορούμε να επενδύσουμε επιτυχώς, αλλά και θα προσδιορίσει βάσει πραγματικών δεδομένων τα προσδοκόμενα οφέλη.
Αυτό, προφανώς, απαιτεί χρόνο και χρήμα. Και, μάλιστα, πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν ότι δεν είναι πάντα κερδοφόρα η στροφή στον ψηφιακό κόσμο. Ορισμένοι κλάδοι δεν έχουν ψηφιακή αγορά και άλλοι είναι ήδη κορεσμένοι. Θα υπάρξουν περιπτώσεις που το πόρισμα μιας μελέτης θα είναι ότι δεν πρέπει να αλλάξουμε το μοντέλο λειτουργίας μας.
Συμπέρασμα
Οι καιροί που ζούμε δεν προσφέρονται για επιχειρηματικές αποφάσεις. Αντιθέτως, προσφέρονται για εκπόνηση σχεδιασμών, που θα είναι έτοιμοι να υλοποιηθούν μόλις αρχίσει να φαίνεται φως στην άκρη του τούνελ. Η αναταραχή στην αγορά λόγω του Covid δεν επιτρέπει σπασμωδικές και τυχοδιωκτικές κινήσεις. Αν μπορούμε, σήμερα δεν αλλάζουμε τίποτα. Απλώς, εφαρμόζουμε – κατά περίπτωση – ήπιες ή ακραίες τακτικές που θα επιμηκύνουν το χρόνο ζωής της επιχείρησής μας.
Το ζητούμενο είναι να έχουμε το χρονικό περιθώριο να μελετήσουμε το πώς θα μετασχηματίσουμε την επιχείρησή μας για να ανταποκριθεί και να ακμάσει στη νέα εποχή, με σύνεση και υπομονή.
Τέλος, κάθε επιχειρηματίας πρέπει να προσδιορίσει το χρονικό σημείο που θα υλοποιήσει το σχεδιασμό του. Από τη μία μεριά, όσο πιο κοντά πλησιάζουμε στο τέλος της πανδημίας, τόσο μειώνουμε την αβεβαιότητα και το ρίσκο. Από την άλλη, στη φύση επιβιώνει ο πιο ευέλικτος και προσαρμοστικός.
Κώστας Μιχαλόπουλος, Επιχειρηματικός Σύμβουλος PRAKSIS BCC και CEO Novogrowth